Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τῇ Εὐβοίῃ

См. также в других словарях:

  • Εὐβοίῃ — Εὔβοια as fem dat sg (epic ionic) Εὔβοια as fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιθέτω — και μέσ. επιτίθεμαι (AM ἐπιτίθημι και μέσ. ἐπιτίθεμαι) 1. τοποθετώ κάτι πάνω σε κάτι άλλο, εφαρμόζω 2. βάζω κάτι στην κορυφή 3. μέσ. επιτίθεμαι εφορμώ, κάνω επίθεση εναντίον κάποιου νεοελλ. μέσ. αντιτίθεμαι, ελέγχω με σφοδρότητα κάποιον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»